Περί της καταγωγής των Αλβανών από Πελασγούς καί Ιλλυριούς
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΜΕ ΜΙΑ ΕΙΔΗΣΗ ΠΟΥ ΜΑΣ ΗΛΘΕ ΑΠΟ ΤΑ ΣΚΟΠΙΑ
Δεκέμβριος 23, 2012.
Στις εγκαταστάσεις του Δήμου Σαράι των Σκοπίων έγινε σήμερα παρουσίαση του βιβλίου «Πελασγοί- Ιλλυριοί» του συγγραφέα Abelin Krosi. Πρόκειται για ένα ογκώδες συγγραφικό έργο που αναδεικνύει τα ιστορικά στοιχεία για την προέλευση του αλβανικού λαού μέσα στους αιώνες, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά η αλβανική Τζουρνάλ….Ο συγγραφέας δήλωσε ότι το βιβλίο για τους Πελασγούς και Ιλλυριούς αποτελεί προώθηση των αξιών του αλβανικού έθνους.
http://www.echedoros-a.gr/2012/12/blog-post_5085.html
Καλή είναι η Βαλκανικού τύπου αυτοχθονική εθνομυθολογία, γιά όσους την έχουν ανάγκη καί την ασπάζονται, σαν το ανώριμο παιδί που βυζαίναι το δάχτυλό του, καί στην οποία προσφεύγουν καί οι Αλβανοί υπερεθνικιστές, εκτός των άλλων. Η ιστορική πραγματικότητα πάντως είναι μάλλον διαφορετική από ότι φαντάζονται ή θέλουν να αποδεχτούν οι Ιλλυριομανείς φίλοι μας
Πέρα από τα ιστορικά υπάρχουν κάι τα αδιάψευστα γλωσσολογικά δεδομένα. Από γλωσσολογικές αναλύσεις φαίνεται πως η μόνη άλλη γλώσσα με την οποία η Αλβανική έχει κοινές λέξεις αρχαίου γλωσσολογικού «υποβάθρου» (καί να μην αποτελούν Ελληνικά, Λατινικά, Ιταλικά, Σλαβωνικά ή τέλος Τουρκικά δάνεια) είναι η Ρουμανική.
Γνωρίζουμε πως πως οι λέξεις υποβάθρου της Ρουμανικής είναι σίγουρα καί αποδεδειγμένα Δακο-Μυσικές.
ΡΟΥΜΑΝΙΚΑ
|
ΑΛΒΑΝΙΚΑ
|
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
|
ΔΑΚΟ-ΘΡΑΚΙΚΑ
|
abur
|
avull
|
ατμός
|
*abhula
|
alac
|
lakër
|
σίτος/σιτοβολώνας
|
v
|
baci
|
bacë
|
αρχηγός
|
v
|
Bălaur, balaur
|
bollë
|
τέρας/φίδι
|
Σερβικά: blavor (σκουλήκι)
|
baligă
|
bajgë
|
κοπριά
|
v
|
baltă
|
baltë
|
βάλτος/λάσπη
|
v
|
barză
|
barth, f. bardhë
|
πελαργός/λευκό
|
v
|
bîr
|
berr
|
πρόβατο
|
v
|
bîrsă
|
vërz
|
κομμάτι ξύλου/εργαλείο
|
v
|
boare
|
borë
|
κρύος αέρας/χιόνι (βλ «Βορέας»)
|
v
|
Brad (archaic form*bradzŭ)
|
bradh
|
έλατο
|
v
|
brîu
|
bres (or brezi)
|
ζώνη
|
v
|
bucura, bucuros
|
Zbukuroj, bukurosh
|
όμορφος, χαρούμενος
|
v
|
bunget
|
bunk
|
δασύ δάσος
|
v
|
burtă
|
barku
|
κοιλιά
|
v
|
buză
|
buzë
|
χείλος
|
v
|
căciulă
|
kësul’ë
|
σκούφος, καπέλο χωρίς γείσο
|
v
|
căpușă
|
këpushë
|
έντομο/τσιμπούρι
|
v
|
căpută
|
Këpucë or këputë
|
πόδι, πατούσα
|
v
|
cătun
|
katund
|
οικισμός, χωριό
|
v
|
cioară
|
sorrë
|
κόρακας
|
v
|
cioc
|
çok
|
ράμφος, σφυρί
|
v
|
ciomag
|
çomage
|
ρόπαλλο/σφύρα
|
v
|
cîrlig
|
αγκίστρι
|
Βουλγαρικά: кърлик kărlik
|
|
codru
|
koder
|
δάσος/λόφος
|
v
|
copac
|
kopaçe
|
δένδρο/κούτσουρο κορμού
|
v
|
copil
|
kopil
|
παιδί/νόθος
|
v
|
cruța
|
kursej
|
διαμοιράζω
|
v
|
curma
|
kurmue
|
σφιγμένο/κομμένο
|
v
|
curpăn
|
kurpen
|
κλίμα, twining stem
|
v
|
cursă
|
kurth
|
παγίδα
|
v
|
dărîma
|
dërrmoj
|
γκρεμίζω
|
v
|
daș
|
dash
|
κριάρι
|
v
|
droaie
|
droe or droje
|
πλήθος/αγοραφοβία
|
v
|
Eşti bucuros
|
Bukur-esht
|
είναι όμορφο
|
v
|
fărîmă
|
thërrime
|
ψίχουλο, τεμμάχιο
|
v
|
foarte frumos
|
fort bukur
|
πανέμαρφο
|
v
|
gâdila (related to: gudura)
|
gudulis
|
γαργαλώ
|
v
|
gălbează
|
gëlbazë, këlbazë
|
Φασιόλωσις, ηπατικό οίδημα /φλέγμα
|
v
|
gard
|
gardh
|
φράχτης
|
v
|
gata
|
gati
|
τελειωμένο, έτοιμο
|
v
|
gheară
|
darë
|
δαγκάνη/τανάλια, πένσα
|
v
|
gheară
|
Dorë
|
νύχι ζώου/πατερίτσες, γροθιά
|
v
|
gheară
|
çjerr
|
νύχι ζώου, γρατζούνισμα
|
v
|
ghimpe
|
gjëmp, gjemb
|
αγκάθι
|
v
|
ghionoaie
|
gjon
|
δρυοκολάπτης/νυχτοπούλι
|
v
|
ghiuj
|
gjysh
|
γέρος/παππούς
|
v
|
gorun
|
τύπος δρυός
|
Βουλγαρικά: горун gorun
|
|
grapă
|
grep, gërepë
|
μακρύ εργαλείο, καμάκι/καλάμι ψαρέματος, αγκίστρι
|
|
gresie
|
gëresë grihë
|
πέτρα τροχίσματος
|
v
|
groapă
|
gropë
|
τρύπα, οπή
|
v
|
grumaz
|
gurmaz or gërmaz
|
σβέρκος/λαιμός
|
v
|
grunz
|
grundë
|
βώλος, εξώγκομα-οίδημα
|
v
|
gușă
|
gushë
|
διπλοσάγωνο/καρύδι λαιμού
|
Βουλγαρικά: guša (throat)
|
măgură
|
magulë
|
λόφος
|
v
|
mămăligă
|
mëmeligë
|
τραχανάς/χυλός
|
v
|
mazăre
|
modhë and modhullë
|
φασόλι
|
v
|
mînz
|
mëz
|
πουλάρι
|
Θρακικό: ΜΕΖΗΝΑΙ: “ιππέας”
|
mire
|
mirë
|
καλός/γαμπρός
|
v
|
mistreț
|
mistrec
|
κάπρος/κατεργάρης
|
v
|
moș
|
moshë
|
γέρος/ηλικία
|
v
|
mugure
|
mugull
|
μπουμπούκι
|
v
|
murg
|
murg
|
σκούρο καφέ/καλόγερος
|
v
|
năpîrcă
|
nepërkë, nëpërkë
|
οχιά
|
v
|
păstaie
|
pistaë, bishtajë
|
λοβός, περικάρπιο, θαλαμίσκος, κάψουλα/όσπρια
|
v
|
pîrîu
|
përrua
|
ρυάκι
|
v
|
rață
|
rosë
|
πάπια
|
v
|
rînză
|
rrëndës (rennet)
|
κοιλόπονος
|
v
|
Sarbăd-searbăd
|
tharbët
|
άγευστο/πικρο
|
v
|
scăpăra
|
sqepar
|
κρούση πυρόλιθου/μικρό τσεκούρι / «σκεπάρνι»
|
v
|
scrum
|
shkrum, shkrumb
|
στάχτες
|
Βουλγαρικά: scrum, скрум.
|
scula
|
shkul
|
σηκώνω/ξεριζώνω
|
v
|
scurt
|
shkurtimisht
|
κοντός
|
v
|
șale
|
shale
|
ισχύο/γοφός
|
v
|
sîmbure
|
sumbull or thumbull
|
κουκούτσι/κουμπί
|
v
|
stăpîn
|
ηγέτης
|
Σλαβικό stopanŭ μέσω Αλβανικής
|
|
stejar
|
οξυά
|
Βουλγαρικά стежер (στέτζερ)
|
|
sterp
|
shterp
|
μή γόνιμος, στείρος
|
v
|
străghiată
|
shtrëngatë
|
καταιγίδα
|
v
|
straiţă
|
strajcë
|
σάκκος
|
v
|
strepede
|
shtrep
|
πτωματοσκούλικο/τυροσκούλικο
|
v
|
strungă
|
shtrungë
|
στάνη, στενό πέρασμα/ «στρούγκα»
|
v
|
șut
|
shyt
|
χωρίς κέρατα
|
v
|
Te Pup
|
Të puç (or: Të puth)
|
σε φιλώ
|
v
|
traistă
|
trastë, trajstë
|
σάκκος
|
v
|
țap
|
cjap
|
τράγος
|
v
|
țarc
|
Thark (or cark)
|
animal enclosure
|
|
Țîmburuș, țumburu
|
thumbullë
|
στρογγυλο εξώγκωμα/ακίδα, μικτό νύχι
|
|
vatră
|
vatre
|
εστία/τζάκι
|
|
Viezure, viedzure
|
vjedhullë
|
ασβός/κλέφτης
|
|
zară
|
dhallë
|
βουτυρόγαλο
|
|
Zăr, zer
|
dhallë
|
ξυνόγαλο, αριάνι
|
|
zgardă
|
shkardhë
|
κολλάρο/αλυσίδα
|
Το κοινό Δακικό γλωσσολογικό υπόβαθρο Αλβανικής καί Ρουμανικής σμπρώχνουν πολλούς γλωσσολόγουν στο να μιλούν γιά την Ρουμανική σαν μία «πλήρως εκλατινισμένη Δακική γλώσσα», ενώ την Αλβανική σαν μιά «μερικώς εκλατινισμένη Δακική γλώσσα» («Rumanian and Albanian took shape in the Daco-Mysian region; Rumanian represents a completely Romanised Daco-Mysian and Albanian a semi-Romanised Daco-Mysian.» -V. Georgiev, ‘Albanisch, Dakisch-Mysisch und Rumanisch. DieHerkunftderAlbaner‘ [LinguistiqueBalkanique, II, 1960, pp. 1 ff. andpp. 15 ff.]).
Από τα Σλαβικά θα αναφέρουμε το Βεράτι – Berati κτισμένο από τον Κάσσανδρο σαν Μακεδονική αποικία, Αντιπάτρεια , μετονομάστηκε από τους Βυζαντινούς ώς Πουλχεριόπολις καί με την κατάληψή της από τους Βούλγαρους ονομάστηκε στην Σλαβική Б
ѣлградъ – Βελιγράδι – Beligrad (= Λευκούπολη), που οι Έλληνες το απέδωσαν ως Βελλέγραδα. Η Αλβανική παραφθορά του είναι το Berati. Σλαβικά τοπωνύμια είναι καί η Korçë – Горица – Κορυτσά, το Pogradec ή Pogradeci – Подградец – Πόγραδετς (κάτω πόλη).Στην περίπτωση του Elbasan or Elbasani- Ελμπασάν, παρά τις φιλότιμες προσπάθεις Αλβανών να αποδείξουν συγγένεια με το Ινδοευρωπαϊκό alb-, ώστε να δεθεί με το «Αλβανία», γνωρίζουμε πως επανιδρύθηκε πάνω στο προϋπάρχον Ελληνικό Νιόκαστρο από τον Μωάμεθ τον Β΄ καί ονομάστηκε il-basan, στα Τούρκικα «το κάστρο».
Τα Tirana – Τίρανα, παρόλη την φαινομενική ενοιολογική σημασία με το Ελληνικό Τύραννος, είναι πολύ πρόσφατη Τουρκική κτίση, μόλις στα 1614, καίείναι από τις ελάχιστες Αλβανικές πόλεις που το όνομά της προέρχεται από την Αλβανική. Ετυμολογείται από το Αλβανικό të rrëna, «τα πεσμένα», από την γεωλογική μορφολογία με την ύπαρξης κατολισθήσεων.
Ένα από τα πιό γνωστά άλυτα αινίγματα των «Ιλλυριστών» είναι πως η Αλβανική γλώσσα ώς γνωστόν δεν διαθέτει δική της θαλασινή ορολογία (οι Ιλλύριοι ήταν γνωστοί ιστορικά σαν δεινοί πειρατές που, άν μή τι άλλο, με τις πειρατείες τους προκάλεσαν την μήνι των Ρωμαίων που γιά να προστατεύσουν την ναυτιλία τους αναγκάστηκαν να επέμβουν στα παράλια της Ιλλυρίας). Την Θαλλασινή της ορολογία την έχει δανειστεί η Αλβανική εξ ολοκλήρου, ακόμη καί γιά τα ψάρια, από την Νέα Ελληνική καί την Ιταλική. Επομένως οι Αλβανοί, από την περιοχή που προήλθαν δεν είχαν επαφή με την θάλασσα.
Το γεγονός πώς όλες οι αγροτικές λέξεις της Αλβανικής που έχουν σχέση με άροτρο κάι καλιέργεια είναι Σλαβικά δάνεια, μας βοηθά στο να συμπεράνουμε πως η Αλβανική μιλιώταν σε υψηλά υψόμετρα, καί όχι σε πεδιάδες. Άν το συνδυάσουμε υτό με τον γεγονός πως η Αλβανική διαθέτει πλήρες λεξιλόγιο γιά ποιμενικές εγρασίες καί αντικείμενα, με αυθεντικά Αλβανικές λέξεις (όπου κι εδώ πάλι βρίσkουμε Τουρκικές Λέξεις όπως το coban, βοσκός, που υπάρχει καί στην Ελληνική, τσομπάνης, ή Λατινικές λόγιες λέξεις όπως το grigje, κοπάδι, που προέρχεται από την βιβλική-Χριστιανική ορολογία).
Πρόβλημα των Ιλλυριστών είναι καί η παντελής έλλειψη αρχαίων Ελληνικών στην Αλβανική, πέρα κάποιοων φυτών που όμως κάλλιστα μπορέι να είναι καί δάνεια στην Ελληνική από την αρχαία Θρακική.
Όλες οι Ελληνικές λέξεις στην Αλβανική είναι της Μεσαιωνικής Ελληνικής καί της Νεοελληνική κάτι μάλλον αδύνατον εάν η γλώσσα αυτή προερχόταν από την Ιλλυρική, η οποία βρίσκόταν σε άμεση επαφή με την ελληνική επί αιώνες κάι στον νότο τουλάχιστον της Αλβανίας απεροφήθη από αυτήν στά νότια της γραμμής Γιαριτσέκ. Επίσης τα Λατινικά της Αλβανικής, που αποτελούν τον κύριο κορμός της Αλβανικής γλώσσας, είναι της Ανατολικοβαλκανικής λαϊκής (vulgar) Λατινικής, καί έχουν δομική σχέση με την Ρουμανική, όχι με τα Λατινικά της δυτικής Βαλκανικής τα Δαλματικά λατινικά, όπως τα Ραγκουσιανά του Ντουμπρόβνικ, πχ, που έχουν δομική γλωσσική συγγένεια με την Ιταλική.
O Βούλγαρος Ινδοευρωπαϊστής γλωσσολόγος Βλαδιμίρ Γκεόργκιεφ πως η Αλβανική διαμορφώθηκε μεταξύ 4ου καί 60υ αιώνα μΧ στην περιοχή όπουη πρωτορουμανική είχε αρχίσει να δημιουργείται. Ο Γκεόργκιεφ μάς δίνει αφοπλιστικά παραδείγματατης κοινής ΑνατολικοΒαλκανικής γλωσσικής εξέλιξης Αλβανικής καί Ρουμανικής:
Vulgar Latin caballum ‘horse’
|
Rum. cal, Alb. kal
|
Vulgar Latin cubitum ‘elbow’
|
Rum. cot. Alb. kut
|
Vulgar Latin lucta ‘struggle, fight’
|
Rum. lupt, Arum. luft, Alb. luftë
|
IE
|
Δακο-Μυσική
|
Αλβανική
|
e
|
ie
|
je
|
() > > o
|
o
|
|
> o
|
o
|
|
> ö > e
|
e
|
|
> ü
|
y, i
|
|
ew
|
e
|
e
|
aw
|
a
|
a
|
ri
|
ri
|
|
a
|
a
|
IE e > D.-M. ie:
Μία Δακική φυλή ονομάζεται
Δακική PN Diegis εκ τού IE dhegwwh-.
Δακικό όνομα ποταμού εκ τού IE *erðs-.
Δακική λέξη dielina ‘Bilsenkraut’ εκ τού IE *dhel-.
IE > D.-M. > > o:
IE *dhw> D.-M. dva > dva > dova, cf. Pulpudeva ( 4ο αιώνα π.Χ.), Buridava (1ο αιώνα μ.Χ.), Pelendova (μετά τον 4ο αιώνα μ.Χ.).
IE > oi > ö > e:
Salmor-ude ‘αλμύρα’, αλμυρά λίμνη στην Μικρά Σκυθία, που στα Ελληνικά ονομαζόταν ‘Αλμυρά (λίμνη)’ καί στα Λατινκά palus Salameir; στην Δακική ude εκ του IE *udo(r)’ύδωρ’.
(2ος αιώνας μ.Χ..) > Pelendova (μετά τον 4ο αιώνα μ.Χ.) εκ τού *pl-m *dhew‘Stutt-gart’, cf. Aλβ. pelë ‘φοράδα’.
IE > oi (= ü) > ü (i):
, Moesi, Mysi.
Η Εκκλησιαστική ορολογία της Αλβανικής προέρχεται από την Λατινική, κάτι που φαίνεται απίθανο εάν θεωρήσουμε πως οι Αλβανοί που βρισκόταν περικυκλωμένοι από Ελληνορθοδόξους καί ήταν καί οι ίδιοι Ελληνορθόδοξοι μέχρι που τον ερχομό των Τούρκων, που μας κάνει να υποθέσουμε πως εκχριστιανίστηκαν καί έφεραν την έφεραν την Λατινική Χριστιανική ορολογία από μέρος όπου ο καθολικισμός είχε μεγαλύτερη επιρροή από την Ορθοδοξία, κάτι πού μόνον στις απώτερες περιοχές της βαλκανικής μπορεί να συμβεί, όπως στην Τρανσυλβανία, όπου συναντώνται η Ρουμανική Ορθοδοξία με τον Ουγγρικό Καθολικισμό.
Αυτά (καί πολλά άλλα) στοιχεία στρέφουν μελετητές σαν τον Βούλγαρο Βλαντιμίρ Γκεόργκιεφ καί Ρουμάνους γλωσσολόγους στο να μιλούν γιά αρχική κοιτίδα των Αλβανών τις δυτικές υπώρειες των Καρπαθίων ορών, όπου αρχικά, πρίν τον ερχομό των Ρωμαίων μιλιώταν η Δακο-Μυσική. Η περιοχή αυτή, που είναι ορεινή καί άρα κατάλληλη γιά ποιμεική ζωή, είναι μακρυά από θάλασσα καί δεν προσφέρεται γιά αγροτική καλλιέργεια. Όταν οι μερικά εκλατινισμένοι Δάκες ποιμένες της Τρανσυλβανίας αναγκάστηκαν σε κάποια καμπή της ιστορίας τους να μετακομίσουν, πιεζόμενοι προφανώς από άλλους λαούς, ή απλώς αποφασίζοντας να ακολουθήσουν την τύχη τους σε εσώτερα εδάφη της αυτοκρατορίας, πέρασαν στον αμέσως κοντινότερο χώρο που προσφέροταν γιά χειμαδιά, το Κοσσυφοπέδιο. Το γιατί κανείς Βυζαντινός ιστορικός δεν αναφέρει την μετακίνηση αυτή δεν μας εκπλήσσει μιάς καί οι Βυζαντινοί μόνον σε εχθρικούς λαούς αναέρονται, καί όχι σε κινήσεις ενός ποιμενικού πληθυσμού που τότε δεν θα έπρεπε να ήταν καί πολύ πολυάριθμος, καί σίγουρα δεν ήταν μιά τυπικά βίαια εισβολή Βασβάρων σαν αυτή των Βουλγάρων των Σλάβων ή των Κουμάτνων, αλλά μιά ειρηνική κατά βάσιν μετακίνηση ενός Χριστιανικού ποιμενικού λαού της αυτοκρατορίας.
Δύο γλωσσολογικά σύνορα, το πρώτο αυτό που ξεχωρίζει τους Βούλγαρους καί τους Σέρβους, μας κάνει να υποψιαζόμαστε πως η περιοχή του Κοσσυφοπεδίου σαν ενδιάμεσο σταθμό των Αλβανών ποιμένων πρίν εμφανιστούν στην περιοχή του Αρβανού, βοήθησε στο να ξεκοπούν οι αρχικοί Σλαβικοί πληθυσμοί καί να διαφοροποιηθούν σε δύο διαφορετικές πλέον γλώσσες, την Σερβική καί την Βουλγαρική.
Το ιδιαίτερο εθνώνυμο των Αλβανών είναι Σκιπτάροι, καί η Αλβανία στην γλώσσατους ονομάζεται Σκιπερία. Στη Αλβανική εθνική ψευδομυθολογία, αυτό υποτίθεται πως σημαίνει «χώρα των αετών» καί υποστηρίζεται αντιιστορικά μάλιστα πως προέρχεται δήθεν από κάποιο «ξόανο» με δικέφαλο αετό που κουβαλούσαν οι στρατιώτες του Γεωργίου Καστριώτη . Δύο πράγματα να πούμε εδώ. Πρώτον το γεγονός πως ο στρατός του Καστριώτη δεν είχε ξόανα αλλά την Χριστιανική σημαία της Ρωμανίας,του δικέφαλου αετού του Βυζαντίου, το σύμβολο της Ευρω-Ασιατικής πόλης του Κωνσταντίνου. Μιάς αυτοκρατορίας που κυριαρχούσε κάποτε σε Δύση καί Ανατολή καί που το σύμβολό της ήταν ο Ρωμαϊκός αετός που τώρα κοιτούσε στις δύό πλευρές του Βοσπόρου, σε Ανατολή καί Δύση.
Σκιπ (shqip) στην Αλβανική σημαίνει αλληλοκατανόηση, καί ο Γκούσταβ Μέϋερ Gustav Meyer επιχειρηματολογεί πως το Shqiptar προέρχεται από το »shqipoj» (το ομιλείν ευκρινώς) καί το »shqiptoj» (εκφέρω, προφέρω), τα οποία με την σειρά τους προέρχονται από το Λατινικό ρήμα »excipere», εξάγω, βγάζω, ακολουθώ. Θεωρείται πολύ λογική ετυμολογία σαν όνομα μιάς κοινότητας που η γλώσσα της είναι ακατανόητη σε όλους τους υπόλοιπους, όπως κατα αντισιαστολή το εθνώνυμο των Γερμανών στην Σλαβική είναι Немцы – Νιέμτσι…Μουγκοί! Καί σήμερα ακόμη το «προφέρω» στην Αλβανική λέγεται shqiptoj», το «δυνητικά προφερόμενο» shqiptue-shem καί η «προφορά» shqiptim. Το Shqiperi-Σκιπέροι (Aλβανοί) είναι όνομα που αποκτούν γιά τον εαυτό τους οι Αλβανόφωνοι μόνον στα μέσα χρόνια της Τουρκοκρατίας. H εθνικά αποδεκτή καί «πολιτικά σωστή» ψευδετυμολογία εκ τού shqiponjë – αετός «χώρα των αετών» είναι πρόσφατη, καί σίγουρα μετά την καθιέρωση του Βυζαντινού δικέφαλουτου Γεωργίου Καστριώτη σαν σύγχρονο πλέον εθνόσημο όλων των Αλβανών, ακόμη καί των Μουσουλμάνων, που ταυτίζονται τρόπον τινά κατά τα άλλα με τον Τουρκισμό καί τον Οθωμανικό ζυγό. Οι υπόλοιποι γείτονές τους πάντως συνεχίζουν να τους ονομάζουν με το Βυζαντινό-Ρωμαϊκό τους όνομα, Αλβανοί, Αρβανοί, Αρναβούτ, Αρναούτ, κλπ, όλα παράγωγα του Λατινικού Alban.
Το Αλβανία καί Αλβανοί είναι εθνώνυμα που δόθηκαν στους Αλβανούς από τους Βυζαντινούς. Πρωτοαναφέρονται από την Άννα Κομνηνή, στην Αλεξιάδα (1043) που μιλά γιά το Άρβανον, περιοχή κοντά στο Δυρράχιο με «κλεισούρες», «πολίχνια» καί «ατραπούς» καί ονοματίζει τους κατοίκους της Αλβανούς ή Αρβανούς κατά το αδελφός ή αδερφός, που στα 1081. Στην «Ιστορία» του, ο επίσης Βυζαντινός ιστορικός Μιχαήλ Ατταλιάτηςθεωρείται πως είναι ο πρώτος λόγιος που πρωτοαναφέρει τους «Αλβανούς» υποτελείς του Δούκα του Δυρραχίου που βοήθησαν Έλληνες της περιοχής στην στάση τους εναντίον της κεντρικής εξουσίας της Κωνσταντινούπολης στα 1043 μ.Χ.
Τι σημαίνει όμως Αλβανία; Η ετυμολογία της λέξης Αλβανία είναι γνωστή καί δεν έχει σχεση ούτε με την Αλβανική ούτε με την Ιλλυρική. Στο μεγάλο Ινδοευρωπαϊκό λεξικό του Ποκόρνυ, βρίσκουμε το λήμμα : albho- (*hele-bho-), που σημαίνει «λευκό». Το albho- μας δίνει το Χιττιτικό al-pa-áš (alpas) «σύννεφο», τα Λατινικά olor «κύκνος», alburnus (Ελληνικά αλβούρνος ή λευκίσκος, κοινώς «ασπρόψαρο», albarus «λεύκη», albūcus «ασφόδελος», το Αρμενικό Arm. a
ɫauni «περιστέρι» (= «λευκό» πουλί), το Λιθουανικό al̃vas καί Ρωσσικό ólovo, «λευκοσίδηρος» καί τα δύο , αλλά καί τα Ελληνικά ἔλαφος (αρχικά το ελάφι με «λευκα στίγματα»), η δερματική πάθηση αλφός «λευκή τις παραλλαγή εν τω σώματι» κατά τον Ησύχιο, αλφιτόχρους, «λευκή», το δένδρο αλφινία»λεύκη», αλλά καί η Ομηρική αλφίτου ακτή, καί έλφιτα «κριθάλευρα ή σιτάλευρα» (=»λευκή» σκόνη), πάντα κατά τον Ησύχιο, όπως καί το λήμμα αλφούς, «λευκούς», ή «λευκάς» κατά τον ίδιο.Η Ινδοευρωπαϊκή ρίζα albho- μας δίνει επίσης ονόματα ποταμών, με την έννοια «ασπροπόταμος – λευκά νερά» όπως τοΓερμανικό όνομα του ποταμού Elbe (Λατινικά Albis, Albia, από το Γερμανικό *Al
ƀī, γενική Alƀiōz =). Τα Γαλλατικά υδρώνυμα Albis καί Albā, το Λατινικό Albula, καί στα καθ΄ ημάς ᾽Αλφειός στην Πελοπόννησο καί στην Σικελία Αλαβών κατά τον Στέφανο Βυζάντιο που συνεχίζει «έστι καί ποταμός Άλβας, ο νύν Τίβερις». Άλβα «λευκή» είναι καί «πόλις της Ιταλίας, ήν έκτισαν οι από του Λαυυινίου Λατίνοι, Τρώες όντες. έστι δ΄η Άλβα καθ΄ Ελλάδα λευκή…», καί συνεχίζει ο Στέφανος Βυζάντιος: «…λέγεται καί Άλβη. ο πολίτης Αλβανός, ώς καί οίνος Αλβανός ηδύς τε καί καλός. λέγεται καί Αλβανός εν Ιταλία τόπος εν ώ ιεροποιείαι εγένοντο, καί λίμνη Αλβανίς» Καί μας πληροφορέι επίσης πως «έστι καί Άλβη πόλις Κρήτης, το εθνικόν Αλβαίος, ώς Θηβαίος», όπως επίσης καί η γνωστή «Αλβανία, χώρα προς ανατολικοίς Ίβηρσιν» δηλαδή την Καυκάσια Αλβανία δυτικά της Καυκασίας Ιβηρίας (Γεωργίας). Υπάρχει γιά να τελειώνουμε με τον Στέφανο Βυζάντιο καί «Αλβίων, νήσος Πρεττανική…το εθνικόν Αλβιώνιος». Η τελευταία αυτή φυσικά δεν είναι άλλη από την Γηραιά Αλβιώνα, των Κελτών της Βρεττανίας, από το κατάλευκο των ασβεστολιθικών βράχων της όπως αυτή φαίνεται από την ευρωπαϊκή πλευρά.Η Ινδοευρωπαίκή ρίζα albho- συναντάται καί στην πάθηση των albino, albinism, στην Ελληνική αλφισμός ή αλμπινισμός ή λευκοπάθεια, στο άλμπουμ φωτογραφιών που προέρχεςται από την Λατινική λέξη albus ππου αρχικά σήμαινε λαυκή επιφάνεια γιά γραφή αλλά αργότερα πήρε την έννοια του καταλόγου. Βρίσκεται επίσης στο όνομα Άλπεις, τα πάντοτε χιονισμένα Λευκά όρη, αλλά καί στους ηφαιστιακούς λόφους έξω από την Ρώμη με το λευκό, ηφαιστιακής τέφρας χώμα που παράγει «οίνον ηδύ», όπως μας είπε ο Στέφανος Βυζάντιος. Εκεί βρίσκουμε καί την πόλη Αλμπάνο του Λατίου – Albano Laziale, το βουνό Aλμπάν – Mons Albanus καί την λίμνη Αλμπάνο – Lago Albano, που έχουν διατηρήσει τα «λευκοχώματα» ονόματά τους από την πρό-Ρωμαϊκή ακόμη εποχήτότε που στην Αλβα Λόνγκα- Alba Longa ζούσαν οι Ιταλιώτες (original, όχι «μαϊμού» Ιλλύριοι) Αλβανοί – Albani. «Άλβα δε Λόγγαν, ετέραν πόλιν έκτισαν, από της χοίρου», μας λέγει ο Δίων ο Κάσσιος ξεκινώντας την Ιστορία του, «τουτέστι Λευκήν Μακράν. Καί το εκείσε όρος Αλβανόν εκάλεσαν ομοίως….Μέχρι τούτου τα περί Άλβης καί Αλβανών».
Επιστρέφουμε τώρα στην Αλβανόπολη καί την καθ΄ημάς Αλβανία, καί στους Ρωμαίους Λεγεωνάριους που υπηρετούσαν έξω από την Ρώμη, στην περιοχή των ηφαιστιακών λόφων πού λόγω του λευκού τους χρώματος ονομάζονται Αλβανοί λόφοι, οι Colli Albani.
Η εξήγηση του ονόματος της Αλβανόπολης επομένως είναι πολύ απλούστερη από το να πάμε στον Καύκασο και στην Αλβανόπολη του Καυκάσου ή να ψάχνουμε γιά κάποια κατά φαντασίαν Ιλλυρική φυλή που ονομαζόταν «Αλβανοί». Άλλωστε η Αλβανόπολις δεν αναφέρεται παρά στα 150 μΧ, καί καμία μνεία της δεν γίνεται πρίν, άρα τα περί Ιλλυρίων είναι παντελώς αστήρικτα! I repeat it: αστήρικτα!
Αλβανοί καί Αλβανίες Σκωτίας, Ισπανίας, Καυκάσου, Ιταλίας, Ιλλυρίας…
Regions : Upper Danube : Moesia Superior IMS VI 143
Άττας Πόσσει
Ζών εαυτώ καί
συμβίω Μάμμα
Κρήσκεντος
Θυγατρί ζή
σασα έτη ζ΄
την στηλείδα
ανέστησεν
χαίρε
(Moesia Inferior (Romanian Section) and Dacia, Volume 74, Part 4, σελ 54-55, Nubar Hapartumian).
Το Mucatis είναι καθαρά Θρακικό, που συνάδει με τα Θρακικά Mukakakaes, Mukatralis, Mukazeras, Mukakenthos, Mukaporis, Mukazenis, Mukaboris, Mukabur, Mukaburis Mukas, Mukos, Muka (Muca), Mokas, Moca, Mokkas, Mokkos, Mokkus, Mukazeis, Mukases, Mucasis, Mukasos, Mukalas, Muccala, Mucalus, Mokasokos, Mukaboris, Mukabur, Mukaburis, κλπ (Ezikyt na Trakite – Η γλώσσα των Θρακών) του Ιβάν Ντουριντάνωφ, Σόφια, 1976). Το Mestylus, παρά την Λατινική του κατάληξη είναι επίσης Θρακικό που φωνητικά επιβιώνει στο (Θρακικό) όνομα του χωριού Mέστη, της Ροδόπης, κοντά στην Κομοτινή, αλλά καί στο Βουλγαρικό (αρχικά Θρακικό) όνομα του ποταμού Νέστου: Μέστα – Mesta – Места.
Οι νότιες παρυφές της Ιλλυρίας – σημερινή Αλβανία ήταν εν πολλοίς είτε παλαιόθεν Ελληνική («Παλαιά Ήπειρος») ή Εξελληνισμένη («Νέα Ήπειρος» καί «Ελληνική Ιλλυρία» ) κατά την Ρωμαίκή περίοδο περιοχή, πρίν τον ερχομό των Σλάβων καί των Σκιπερίων Αλβανών, όπως ενδεικνύουν καί τα ονόματα των Ρωμαϊκών επαρχιών.
Οι παρατηρήσεις, οι διορθώσεις καί τα σχόλια όλα ευπρόσδεκτα. Οι ύβρεις όχι.
ΜΗΜ
Γιά περισσότερο διάβασμα, το καλύτερο άρθρο είναι τό «The Position of Albanian» του καλύτερου αναμφισβήτητα μελετητή-ερευνητή της Αλβανικής γλώσσας διεθνώς, του Ινδοευρωπαϊστή γλωσσολόγου καί κοσμήτορα επί σειράν ετών της Σχολής Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου του Σικάγου, Έρικ Χάμπ, γνώστη 32 γλωσσών, τον οποίο είχα την ευτυχία να γνωρίσω. http://groznijat.tripod.com/balkan/ehamp.html
Eπίσης Το άρθρο του Βλαδιμίρ Γκεόργκιεφ «The genesis of the Balkan Peoples»,
Vladimir Georgiev (The Slavonic and East European Review 44, no. 103, 1960, pp. 285-297), http://groznijat.tripod.com/vg/vg.html
Τέλος καί εδώ βρίσκονται αρκετές πληροφορίες, σε Ελληνική μετάφραση (έστω καί κακής ποιότητας, πάντως κατανοητή): Η Καταγωγή των Αλβανών
http://shelf3d.com/i/Origins%20of%20the%20Albanians
Reblogged this on Macedonian Ancestry.
«Σημείωση – Το παρών κείμενο δεν είναι τελικό» Σίγουρα πάντως ΔΕΝ είναι αρσενικού γένους ούτε απαντάει στο παρουσιολόγιο του δασκάλου: Το σωστό είναι «το παρόν κείμενο». Αχ, αυτός ο Δαίμων της Τυπογραφίας … Επίσης αυτά περί ινδοευρωπαίων και ινδοευρωπαϊκών γλώσσών αντιμετωπίζονται πλέον ως …ανοησίες.
Το Άλφα στην αλφαβήτα μας δεν είναι για φιγούρα…Αντιπροσωπεύει το Πρώτον την «Α» ή αλιώς Πρωτογενές ενέργεια δηλαδή, Πυρηνική-Ηλικακή ενέργεια. Aντιπροσωπεύει σύν τοίς άλλοις, τίς ακτίνες του φωτός, και το υγρό στοιχιο στη γη, Στην Ελλάδα έχουμαι τον Α ποταμό, τον ονομάζουμαι ΑΛΦΕΙΟ…επίσης όλοι έχουμε πράγματα με μεγαλύτερη τημή από άλλα, «τιμή Άλφα» που ονομάζουμε Τιμαλφή. Ο Καύκασος όπου ο ΖΕΥΣ έδεσε τον ΠΡΟΜΗΘΕΑ στα βράχια, είναι και αυτός το Α άλφα όρος στη γή, εκεί κοντά, ήταν και η ALFANIA Δωρικά όμως, το δίγαμα προφέρωταν ελαφρώς σαν …B, και σήμερα, λέμε ΑΛΒΑΝΊΑ. ALFA-NIA…..To NIA..ΑΠΟ ΤΗ ΛΕ ΞΗ «Δονία» (ή γή δονείται) Έτσι έχουμαι Μάκε-Δονία =(η μεγαλύτερη ακτογραμή σε Μάκος της Ελλάδος. Επίσης Δουνιάς/ντουνιάς λέγεται η γης από τη δόνηση, οι Τούρκοι λένε Dόνερ στη διάλεκτο τους όχι Ααπό τη δόνηση αλλά από την κίνηση (τόσο ξέρουν) . … ΑΛΒΑΝΙΑ = Άλφα(δο)νία άσχετο τί αφήνουν να εννοεί σήμερα το όνομα Αλβανός οι σημερινοί Αλβανοί.
Ού Τίς,…… αυτό ακριβώς εγειναν οι Αλφανοί του Καυκάσου, έχασαν την ταυτότητα τους, την ιδιότητα τους, την Πατρίδα τους… τον 5ο αιώνα μ.Χ. Οί Τούρκοι τους έφεραν στην Βαλκανική Χερσόνησο το 12ο αιώνα ΜΧ, (Καυκάσια παρουσία και, ό Κολοκοτρώνης, «Τουρκαλβανοι»)
Οι τούρκοι επίσης ονόμασαν τον Αλβανό του Καυκάσου Από το «Ού Τίς» καί τήν Περσική ονομασία Άρράν που ονόμαζαν την Αλβανία του Καυκάσου, (άνυδρη γη) «Αρναούτη» και στον πλυθηντικό Αρναούται, κοινώς Αρναούτηδες….
Αρράν + Ού Τίς = Αρναούτης
Οι Αρβανίτες όμως, από την πόλη «Αρβάντ» ΆΡΑΔΟΣ πόλη στη Συρία σε ένα ομώνυμο νησί της Μεσογείου. Το όνομα Αράδιος αναφέρεται στην Βίβλο ως ό γεννήτορας των Αραδίων, (Αρβανιτών) Σήμερα Είναι το μόνο κατοικημένο νησί στη Συρία. Σε όλες της Ανατολικές Δωρικές διαλέκτους (σημιτικές) το όνομα ΆΡΑΔΟΣ γείνετε ARWADOS καί συνπτυγμένα λακωνικά, ARWAD….πίσω στην Ιωνική που μηλάμε σήμερα λέγετε, ΑΡΒΑΔ. από το ΑΡΒΑΔ ο Αρβα-νίτης* ………. Νίτης ή Νήτη ωστόσο, ονομάζομαι τον Μυιαλωμένο κατ’εμάς άνθρωπο. ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ, = ο φέρων νού ‘Ελλην από την περιοχή του Αρβάδ……. Τήν εποχή εκείνη δεν ήταν όλοι Ομονοούντες στό χώρο αυτό, Έλληνες μέν και oi άλλοι, μέ ανατολική νοοτροπία δε, Σημίτες Έλληνες. Για’ αυτό και τελικά από της έριδες και συνεχείς πολέμους οι σημερινοί Αρβανίτες ανανγάστηκαν να φύγουν από τον τόπο τους ή οι περισσότεροι από αυτούς τέλως πάντων καί ήρθαν στην σημερινή Ελλάδα και Κάτω Ιταλία (μεγάλη Ελλάδα)